Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024

Τόπος

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος  καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

Τόπος - «Ὑπάρχει»

Στήν παραβολή τοῦ «Μεγάλου Δείπνου» (Λουκᾶ ιδ΄ 15-24 καί Ματθαίου κβ΄ 1-10) πού εἶπε ὁ Κύριος ὅτι ἕνας Ἄρχοντας ἑτοίμασε ἕνα ἑορταστικό Δεῖπνο καί ἔστειλε τόν ὑπηρέτη του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους, ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα νά προσέλθουν. Αὐτοί πού ἀρχικά εἶχαν προσκληθεῖ παραιτήθηκαν καί δέν ἀνταποκρίθηκαν στό κάλεσμα. Τότε ὁ Ἄρχοντας ἔστειλε τόν ὑπηρέτη νά μαζέψει ὅλους τούς περιφρονημένους καί πτωχούς πού βρίσκονταν στίς πλατεῖες καί στούς δρόμους γιά νά γιορτάσουν μαζί του. Ὁ ὑπηρέτης ἐκτέλεσε τήν ἐντολή τοῦ Ἄρχοντα καί τοῦ ἀνήγγειλε, ὅτι ὑπάρχει τόπος καί γιά ἄλλους «ἔτι τόπος ἐστί» (Λουκᾶ ιδ΄ 22).

Στήν ἐφαρμογή της ἡ παραβολή σημαίνει α΄  ὅτι ὁ Θεός ἔχει τόπο γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους μάλιστα καί γιά κείνους πού εἶναι περιφορνημένοι καί εὑρίσκονται στό περιθώριο τῆς κοινωνίας καί β΄. ὅτι ἐνῷ ὁ Θεός ἔχει τόπο γιά ὅλους, ἐμεῖς δέν ἔχουμε τόπο γιά τούς συνανθρώπους μας οὔτε στή ζωή οὔτε στήν καρδιά μας. Πολύ εὔκολα δηλώνουμε ὅτι δέν χωροῦν ἤ δέν μποροῦν νά εὑρίσκονται μαζί μας.   

Ὡστόσο ἐξεταζόμενο πνευματικά αὐτό τό θέμα μποροῦμε νά διαπιστώσουμε ὅτι :

Α΄. Ποῦ ὑπάρχει τόπος ;

  1. Στό Τραπέζι τῆς θείας προσκλήσεως

            Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καλοῦνται νά μετάσχουν στήν Ἐκκλησία καί νά λάβουν τά ἀγαθά πού διανέμει ὁ Θεός στόν λαό Του.

«πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι» (Πρός Τιμόθεον Α΄ β΄ 4)

«Πᾶς γάρ ὅς ἐπικαλέσηται τό ὄνομα Κυρίου σωθήσεται» (Πρός Ρωμαίους ι΄ 13)

«πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες» (Ματθαίου κστ΄ 27)

  1. Στήν ἱματιοθήκη τοῦ Μεγάλου Βασιλιᾶ

Ὁ Θεός Πατέρας δέχεται του μετανοημένους πού ἐπιστρέφουν σ’ Αὐτόν καί τούς ἐνδύει μέ τήν ἀρχέγονη δόξα καί εὐπρέπεια (Λουκᾶ ιε΄ 22).

«Μετὰ ταῦτα εἶδον, καὶ ἰδοὺ ὄχλος πολύς, ὃν ἀριθμῆσαι αὐτὸν οὐδεὶς ἐδύνατο, ἐκ παντὸς ἔθνους καὶ φυλῶν καὶ λαῶν καὶ γλωσσῶν, ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, περιβεβλημένους στολὰς λευκάς, καὶ φοίνικες ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν· καὶ κράζουσι φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες· ἡ σωτηρία τῷ Θεῷ ἡμῶν τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ τῷ ἀρνίῳ. καὶ πάντες οἱ ἄγγελοι εἱστήκεισαν κύκλῳ τοῦ θρόνου καὶ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν τεσσάρων ζῴων, καὶ ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ θρόνου ἐπὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν καὶ προσεκύνησαν τῷ Θεῷ  λέγοντες· ἀμήν· ἡ εὐλογία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ ἰσχὺς τῷ Θεῷ ἡμῶν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν. Καὶ ἀπεκρίθη εἷς ἐκ τῶν πρεσβυτέρων λέγων μοι· οὗτοι οἱ περιβεβλημένοι τὰς στολὰς τὰς λευκὰς τίνες εἰσὶ καὶ πόθεν ἦλθον; καὶ εἴρηκα αὐτῷ· κύριέ μου, σὺ οἶδας. καὶ εἶπέ μοι· οὗτοί εἰσιν οἱ ἐρχόμενοι ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης, καὶ ἔπλυναν τὰς στολὰς αὐτῶν καὶ ἐλεύκαναν αὐτὰς ἐν τῷ αἵματι τοῦ ἀρνίου. διὰ τοῦτό εἰσιν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καὶ λατρεύουσιν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ ναῷ αὐτοῦ. καὶ ὁ καθήμενος ἐπὶ τοῦ θρόνου σκηνώσει ἐπ᾿ αὐτούς. οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδὲ διψήσουσιν ἔτι, οὐδ᾿ οὐ μὴ πέσῃ ἐπ᾿ αὐτοὺς ὁ ἥλιος οὐδὲ πᾶν καῦμα, ὅτι τὸ ἀρνίον τὸ ἀνὰ μέσον τοῦ θρόνου ποιμανεῖ αὐτούς, καὶ ὁδηγήσει αὐτοὺς ἐπὶ ζωῆς πηγὰς ὑδάτων, καὶ ἐξαλείψει ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν» (Ἀποκαλύψεως ζ΄ 9-17)

Δηλαδή : «Ὕστερα ὅμως ἀπ’ αὐτά, εἶδα ἕνα ἀμέτρητο πλῆθος — πού κανείς δέν ἦταν σέ θέση νά τό μετρήσει — ἀπό κάθε ἔθνος, φυλή, λαό καί γλώσσα, νά στέκεται μπροστά στό θρόνο καί στό Ἀρνίο. Φοροῦσαν λευκές στολές, κρατοῦσαν φοινικόκλαδα στά χέρια τούς καί ἔκραζαν μέ δυνατή φωνή: «Ἡ σωτηρία εἶναι στά χέρια τοῦ Θεοῦ μας, πού κάθεται στό θρόνο, καί τοῦ Ἀρνίου!» Ὅλοι οἱ ἄγγελοι πού στέκονταν γύρω ἀπό τό θρόνο, ἀπό τούς πρεσβυτέρους κι ἀπό τά τέσσερα ὄντα, ἔπεσαν μπροστά στό θρόνο μέ τά πρόσωπα καταγῆς καί προσκύνησαν τό Θεό, λέγοντας: «Ἀληθινά, εὐλογία καί δόξα καί σοφία, εὐχαριστία καί τιμή καί δύναμη καί ἰσχύς  ἀνήκουν γιά πάντα στό Θεό μας. Ἀμήν». Τότε ἕνας ἀπό τούς πρεσβυτέρους μου εἶπε: «Ποιοί εἶναι αὐτοί ποῦ φοροῦν λευκή στολή κι ἀπό ποῦ ἦρθαν;» Κι ἐγώ τοῦ εἶπα: «Κύριέ μου, ἐσύ ξέρεις». Τότε αὐτός μου εἶπε: «Αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι πού πέρασαν τό μεγάλο διωγμό· ἔπλυναν τή στολή τους καί τή λεύκαναν μέ τό αἷμα τοῦ Ἀρνίου. Γι’ αὐτό στέκονται μπρός στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί τόν λατρεύουν μέρα καί νύχτα στό ναό του. Κι αὐτός πού κάθεται στό θρόνο θά ’ναι πάντα μαζί τους. Δέ θά πεινάσουν πιά, οὔτε ποτέ θά διψάσουν· δέ θά ὑποφέρουν ἀπό τόν ἥλιο οὔτε ἀπό ἄλλον καύσωνα. Tό Ἀρνίο πού εἶναι στή μέση του θρόνου σάν καλός βοσκός θά τούς κατευθύνει. Καί θά τούς ὁδηγήσει στήν πηγή τῆς ζωῆς. Ὁ Θεός θά ἐξαφανίσει κάθε δάκρυ ἀπό τά μάτια  τους»

  1. Στό ἐξιλαστήριο αἷμα τοῦ Σταυροῦ

Ὁ Κύριος θυσιάσθηκε γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους (Μάρκου ιδ΄ 24)

  1. Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ

α) Νά προστεθεῖς μία πέτρα στήν οἰκοδομή τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία οἰκοδομούμενος πάνω στόν ἀκρογωνιαῖο θεμέλιο πού εἶναι ὁ Χριστός γιά νά γίνει ἡ πνευματική κατοικία τοῦ Θεοῦ (Πρός Ἐφεσίους β΄ 19-22)

            β) Νά καταστεῖς ἕνα μέλος τοῦ ἐνδόξου καί ζωντανοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Στήν Ἐκκλησία εμαστε μέλη το διου σώματος (Ἐφεσίους δ΄ 25)

           

  1. Στό ἔργο τοῦ Κυρίου

Τό ἔργο τοῦ Κυρίου ἀπαιτεῖ πολλούς ἐργάτες. Μάλιστα σέ μία περίπτωση ὁ Κύριος ὑπέδειξε στούς Μαθητές Του νά προσευχηθοῦν ὥστε  ὁ Κύριος τοῦ θερισμοῦ, δηλαδή Αὐτός στόν ὁποῖο ἀνήκουν οἱ καρποί τῆς συγκομιδῆς νά ἐκβάλει ἐργάτες στόν θερισμό (Ματθαίου θ΄ 37-38,  κ΄ 3).

Διευκρίνισε, ὅτι ἐνῷ ἄλλος ἐργάτης σπέρνει ἄλλος ἐργάτης καλλιεργεῖ, ἄλλος ἐργάτης θερίζει, ἐν τούτοις ὅλοι μισθόν λαμβάνουν καί ὅλοι μαζί χαίρονται τήν συγκομιδή τῶν καρπῶν (Ἰωάννου δ΄ 35-37).

  1. Στήν οἰκία τοῦ Πατρός

Ὁ Κύριος μᾶς ὑποσχέθηκε ὅτι θά ἔλθει νά μᾶς παραλάβει γιά νά μᾶς φέρει στήν οἰκία τοῦ ἐπουράνιου Θεοῦ καί Πατέρα μας, διευκρινίζοντάς μας ὅτι σ’ αὐτή τήν οἰκία ὑπάρχει τόπος διαμονῆς γιά ὅλους τούς μαθητές Του (Ἰωάννου ιδ΄ 2).

* * * * *

Β΄. Ὑπάρχει τόπος γιά τί;

  1. Γιά μετάνοια

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει ὅτι διανύουμε πνευματική πρόοδο πού ὁ Θεός δέχεται τήν μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ πού μπορεῖ νά ἐπικαλεσθεῖ τήν θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά ζητήσει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καί ὅλες τίς ἄλλες δομές πού προέκυψαν καί στήν γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας καλοῦνται «τά ἐλέη τοῦ Σταυροῦ»

«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Πρός Ρωμαίους ιγ΄ 12)

  1. Γιά μεγαλύτερη πίστη.

Στό κεφάλαιο τῆς πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς ὁ ἀπόστολος Παῦλος καταγράφει λεπτομερῶς τά κατορθώματα ὅλων ἐκείνων πού πίστεψαν στό Θεό. Σ’ αὐτόν τόν καθρέπτη μποροῦμε νά ἐξετάσουμε καί νά συγκρίνουμε τήν δική μας πίστη[1].

  1. Γιά ἀληθινώτερη ἀγάπη.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό δέκατο τρίτο κεφάλαιο τῆς πρώτης πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς του ἐγκωμιάζει τήν ἀληθινή ἀγάπη πού πρέπει νά ἀποκτήσουν οἱ Χριστιανοί. Σ’ αὐτό τόν ὕμνο μποροῦμε νά συγκρίνουμε τήν δική μας ἀγάπη[2] γιά νά διαπιστώσουμε ἐάν ἡ ἀγάπη πού ἔχουμε εἶναι γνήσια, μόνιμη, ἀνιδιοτελής, ἀληθινή, σταθερή.

  1. Γιά πρακτικώτερη ταπεινοφροσύνη

Ὁ ἀπόστολος Πέτρος προτρέπει τούς πιστούς νά συμπεριφέρονται μέ ταπείνωση ὁ ἕνας ἀπέναντι στόν ἄλλο ἔχοντας ὑπ’ ὄψι τους ὅτι αὐτόν πού ταπεινώνεται καί ὑποχωρεῖ ὁ Θεός τόν ἐξυψώνει καί τόν ἀποκαθιστᾶ:

« ῾Ομοίως νεώτεροι ὑποτάγητε πρεσβυτέροις, πάντες δὲ ἀλλήλοις ὑποτασσόμενοι τὴν ταπεινοφροσύνην ἐγκομβώσασθε· ὅτι ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Α΄ Πέτρου ε΄ 5)

Δηλαδή: «Τό διο κι σες, ο νεότεροι· νά ποτάσσεστε στούς πρεσβυτέρους. Κι λοι μαζί νά πηρετετε μέ ταπείνωση νας τόν λλο. Γιατί, Θεός ναντιώνεται στούς περήφανους, στούς ταπεινούς μως δίνει τή χάρη του».

  1. Γιά δάκρυα προσευχῆς

Τό ὅπλο τοῦ πιστοῦ εἶναι ἡ προσευχή. Γι’ αὐτό στή ζωή ὁ πιστός πρέπει νά δίδει τόπο στήν προσευχή δείχνοντας ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐμπιστοσύνη στήν δύναμή Του ὅτι θά τόν προστατέψει ἀπό τήν ἀπώλεια :

« Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς ε΄ 17)

Δηλαδή: «Νά προσεύχεστε διάκοπα».

  1. Γιά ἱδρῶτα ὑπηρεσίας

Ἕνας ἱεραποστολικός ἐργάτης ὁ ἀπόστολος Παῦλος δήλωσε ὅτι μόχθησε καί ἀγωνίσθηκε γιά τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐνισχυμένος ἀπό τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ (Πρός Κολοσσαεῖς α΄ 29)

  1. Γιά μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει τόν μαθητή του ἀπόστολο Τιμόθεο ἐπίσκοπο Ἐφέσου νά μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ γράφοντας «ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν» (Πρός Τιμόθεον Α΄ δ΄ 15).

Μέ τήν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται, διανοίγονται οἱ ὁρίζοντες τῆς σκέψεώς του γιά νά ἑρμηνεύσει τά συμβαίνοντα, θερμαίνεται ἡ καρδιά του ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἐνισχύεται ἡ θέλησή του στόν πνευματικό ἀγῶνα του ἐνθαρρύνεται παρηγορεῖται, ἐλπίζει.

* * * * *

 

Γ΄. Κάποτε δέν θά ὑπάρχει τόπος

  1. Ὅταν θά καθυστερήσεις νά μπεῖς.

Στήν παραβολή τῶν Δέκα Παρθένων ὁ Κύριος ἐπεσήμανε στούς μαθητές Του τόν κίνδυνο νά ἀποκλεισθοῦν ἀπό τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐάν δέν ἑτοιμασθοῦν κατάλληλα, ἐάν ραθυμίσουν, ἐάν καθυστερήσουν (Ματθαίου κε΄ 10-12)

 

  1. Ὅταν δέν ἀκολουθήσεις τόν σωστό δρόμο

Ὁ Κύριος προειδοποίησε ὅτι ἡ θύρα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνοικτή κι ὅποιος θέλει νά εἰσέλθει πρέπει νά ἀκολουθήσει ἕνα συγκεκριμένο μέν δύσκολο δρόμο. Ἡ δυσκολία τοῦ δρόμου ἔγκειται στήν ἀποκοπή τοῦ ἁμαρτωλοῦ φρονήματος. Ὅποιος ζητήσει νά εἰσέλθει ὅταν ὀ Οἰκοδεσπότης μανταλώσει τήν θύρα δέν θά γίνει δεκτός. Ἀντιθέτως θά ἀποπεμφθεῖ ὡς ἄγνωστος  (Λουκᾶ ιγ΄ 24-25)

 

 

 

Δ΄. Ὑπάρχει ἀκόμη τόπος

  1. Τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιά τούς χαμένους ἁμαρτωλούς

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ζητεῖ καί καλεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους μέ τό εὐαγγέλιο νά σωθοῦν

«Ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός» (Λουκᾶ ιθ΄ 10)

Δηλαδή : «Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου ἦρθε γιά νά ἀναζητήσει καί νά σώσει αὐτούς πού ἔχουν χάσει τό δρόμο τους»

Ἑκατομμύρια ὡς τά σήμερα δέχτηκαν τήν πρόσκληση καί ἀκολύθησαντόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόν Καλό Ποιμένα.

  1. Τόπος στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά ὅλους μας.

Ὁ Θεός ἐπιθυμεῖ τήν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό ὅμως δέν ἀρκεῖ, πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά ἐπιθυμεῖ τήν σωτηρία του. Ὁ Θεός δέν ἐνεργεῖ μονομερῶς, ἄν καί γιά τήν σωρηρία τοῦ ἀνθρώπου κάνει τά περισσότερα καί σπουδαιότερα.

«Ὅς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμόθεον β΄ 4)

Δηλαδή : «Αὐτός πού θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»

  1. Τόπος στήν δύναμη τοῦ Θεοῦ.

Ἡ δύναμη τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πού σταυρώθηκε ἔχει τήν δύναμη νά σώζει ὅσους τήν ἐπικαλοῦνται γιά νά προσέλθουν πρός τόν Θεό. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μεσιτεύει αἰώνια γι’ αὐτούς.  

«Ὅθεν καὶ σῴζειν εἰς τὸ παντελὲς δύναται τοὺς προσερχομένους δι' αὐτοῦ τῷ Θεῷ, πάντοτε ζῶν εἰς τὸ ἐντυγχάνειν ὑπὲρ αὐτῶν» (Ἑβραίους ζ΄ 25)

Δηλαδή : «Γι’ αὐτό μπορεῖ νά σώζει γιά πάντα ὅσους μέσω αὐτοῦ πλησιάζουν τό Θεό, ζεῖ αἰώνια, γιά νά μεσιτεύει γι’ αὐτούς»

4.Τόπος στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Κύριος ἀνοίγει μπροστά μας μία θύρα γιά νά εἰσέλθουμε στήν Ἐκκλησία. Αὐτή τήν θύρα οὐδείς μπορεῖ νά κλείσει. Ξέρει ὅτι ἡ δύναμή μας εἶναι μικρή καί ἀσθενική. Ἀναγνωρίζει ὅτι παρά ταῦτα τηροῦμε τό λόγο Του καί δέν ἀρνούμεθα τό ὄνομά Του.  

« Οἶδά σου τὰ ἔργα· - ἰδοὺ δέδωκα ἐνώπιόν σου θύραν ἀνεῳγμένην, ἣν οὐδεὶς δύναται κλεῖσαι αὐτήν· - ὅτι μικρὰν ἔχεις δύναμιν, καὶ ἐτήρησάς μου τὸν λόγον καὶ οὐκ ἠρνήσω τὸ ὄνομά μου» (Ἀποκαλύψεως γ΄ 8)

Δηλαδή : «Ξέρω καλά τά ἔργα σου· μικρές εἶναι οἱ δυνάμεις σου, κι ὅμως ἔμεινες πιστός στό λόγο μου καί δέ μέ ἀπαρνήθηκες. Γι’ αὐτό ἔχω ἀνοίξει μπροστά σου μία πόρτα πού κανένας δέ θά μπορέσει νά τήν κλείσει».

5.Τόπος στόν Οὐρανό.

Στήν οὐράνια Οἰκία τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας ὑπάρχει τόπος γιά ὅλους τούς πιστούς πού ἑτοιμάσθηκε  ἀπό τόν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό (Ἰωάννου ιδ΄ 1-3). Σ’ αὐτή τήν πατρίδα ὑποσχέθηκε ὁ Κύριός μας νά μᾶς εἰσαγάγει γιά νά ζήσουμε αἰώνια μαζί Του. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος νοσταλγοῦσε αὐτήν τήν πατρίδα γράφοντας :

« Οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Πρός Ἑβραίους ιγ΄ 14).

Δηλαδή : «Γιατί δέν ἔχουμε ἐδῶ μόνιμη πολιτεία, ἀλλά λαχταροῦμε τή μελλοντική»

« Ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν» (Πρός Ἑβραίους ια΄ 10).

Δηλαδή : «Κι αὐτό, γιατί περίμενε τήν πόλη πού θά εἶχε στέρεα θεμέλια»

[1] Βλ. Πρός Ἑβραίους ια΄ : «Ἔστι  δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων. ἐν ταύτῃ γὰρ ἐμαρτυρήθησαν οἱ πρεσβύτεροι.  Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι. Πίστει πλείονα θυσίαν ῎Αβελ παρὰ Κάϊν προσήνεγκε τῷ Θεῷ, δι' ἧς ἐμαρτυρήθη εἶναι δίκαιος, μαρτυροῦντος ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ δι' αὐτῆς ἀποθανὼν ἔτι λαλεῖται. Πίστει ᾿Ενὼχ μετετέθη τοῦ μὴ ἰδεῖν θάνατον, καὶ οὐχ εὑρίσκετο, διότι μετέθηκεν αὐτὸν ὁ Θεός· πρὸ γὰρ τῆς μεταθέσεως αὐτοῦ μεμαρτύρηται εὐηρεστηκέναι τῷ Θεῷ· χωρὶς δὲ πίστεως ἀδύνατον εὐαρεστῆσαι· πιστεῦσαι γὰρ δεῖ τὸν προσερχόμενον τῷ Θεῷ ὅτι ἔστι καὶ τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτὸν μισθαποδότης γίνεται. Πίστει χρηματισθεὶς Νῶε περὶ τῶν μηδέπω βλεπομένων, εὐλαβηθεὶς κατεσκεύασε κιβωτὸν εἰς σωτηρίαν τοῦ οἴκου αὐτοῦ, δι' ἧς κατέκρινε τὸν κόσμον, καὶ τῆς κατά πίστιν δικαιοσύνης ἐγένετο κληρονόμος. Πίστει καλούμενος ᾿Αβραὰμ ὑπήκουσεν ἐξελθεῖν εἰς τὸν τόπον ὃν ἔμελλε λαμβάνειν εἰς κληρονομίαν, καὶ ἐξῆλθε μὴ ἐπιστάμενος ποῦ ἔρχεται. Πίστει παρῴκησεν εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Πίστει καὶ αὐτὴ Σάρρα δύναμιν εἰς καταβολὴν σπέρματος ἔλαβε καὶ παρὰ καιρὸν ἡλικίας ἔτεκεν, ἐπεὶ πιστὸν ἡγήσατο τὸν ἐπαγγειλάμενον. διὸ καὶ ἀφ' ἑνὸς ἐγεννήθησαν, καὶ ταῦτα νενεκρωμένου, καθὼς τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ τῷ πλήθει καὶ ὡς ἡ ἄμμος ἡ παρὰ τὸ χεῖλος τῆς θαλάσσης ἡ ἀναρίθμητος. Κατὰ πίστιν ἀπέθανον οὗτοι πάντες, μὴ λαβόντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ πόρρωθεν αὐτὰς ἰδόντες καὶ ἀσπασάμενοι, καὶ ὁμολογήσαντες ὅτι ξένοι καὶ παρεπίδημοί εἰσιν ἐπὶ τῆς γῆς. οἱ γὰρ τοιαῦτα λέγοντες ἐμφανίζουσιν ὅτι πατρίδα ἐπιζητοῦσι. καὶ εἰ μὲν ἐκείνης ἐμνημόνευον, ἀφ' ἧς ἐξῆλθον, εἶχον ἂν καιρὸν ἀνακάμψαι· νῦν δὲ κρείττονος ὀρέγονται, τοῦτ' ἔστιν ἐπουρανίου. διὸ οὐκ ἐπαισχύνεται αὐτοὺς ὁ Θεὸς Θεὸς ἐπικαλεῖσθαι αὐτῶν· ἡτοίμασε γὰρ αὐτοῖς πόλιν. Πίστει προσενήνοχεν ᾿Αβραὰμ τὸν ᾿Ισαὰκ πειραζόμενος, καὶ τὸν μονογενῆ προσέφερεν ὁ τὰς ἐπαγγελίας ἀναδεξάμενος, πρὸς ὃν ἐλαλήθη ὅτι ἐν ᾿Ισαὰκ κληθήσεταί σοι σπέρμα, λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγείρειν δυνατὸς ὁ Θεός· ὅθεν αὐτὸν καὶ ἐν παραβολῇ ἐκομίσατο.  Πίστει περὶ μελλόντων εὐλόγησεν ᾿Ισαὰκ τὸν ᾿Ιακὼβ καὶ τὸν ᾿Ησαῦ. Πίστει ᾿Ιακὼβ ἀποθνήσκων ἕκαστον τῶν υἱῶν ᾿Ιωσὴφ εὐλόγησε, καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ράβδου αὐτοῦ. Πίστει ᾿Ιωσὴφ τελευτῶν περὶ τῆς ἐξόδου τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐμνημόνευσε καὶ περὶ τῶν ὀστέων αὐτοῦ ἐνετείλατο.  Πίστει Μωϋσῆς γεννηθεὶς ἐκρύβη τρίμηνον ὑπὸ τῶν πατέρων αὐτοῦ, διότι εἶδον ἀστεῖον τὸ παιδίον, καὶ οὐκ ἐφοβήθησαν τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως. Πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν,  μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν. Πίστει κατέλιπεν Αἴγυπτον μὴ φοβηθεὶς τὸν θυμὸν τοῦ βασιλέως· τὸν γὰρ ἀόρατον ὡς ὁρῶν ἐκαρτέρησε.  Πίστει πεποίηκε τὸ πάσχα καὶ τὴν πρόσχυσιν τοῦ αἵματος, ἵνα μὴ ὁ ὀλοθρεύων τὰ πρωτότοκα θίγῃ αὐτῶν. Πίστει διέβησαν τὴν ᾿Ερυθρὰν θάλασσαν ὡς διὰ ξηρᾶς, ἧς πεῖραν λαβόντες οἱ Αἰγύπτιοι κατεπόθησαν. Πίστει τὰ τείχη ῾Ιεριχὼ ἔπεσε κυκλωθέντα ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας. Πίστει Ραὰβ ἡ πόρνη οὐ συναπώλετο τοῖς ἀπειθήσασι, δεξαμένη τοὺς κατασκόπους μετ' εἰρήνης. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς·  ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι» (Πρός Ἑβραίους ια΄)

Δηλαδή: «  Πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αὐτά πού ἐλπίζουμε καί βεβαιότητα γι’ αὐτά πού δέ βλέπουμε. Μ’ αὐτήν ἀπέκτησαν κι οἱ προπάτορές μας τήν καλή μαρτυρία. Μέ τήν πίστη καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ Θεός μέ τό λόγο τοῦ ἐφτίαξε τό σύμπαν κι ὅτι, συνεπῶς, καθετί πού βλέπουμε δημιουργήθηκε ἀπό κάτι πού δέ φαίνεται.

Ἐπειδή ὁ Ἄβελ πίστευε στό Θεό, πρόσφερε καλύτερη θυσία ἀπ’ τόν Κάιν· μ’ αὐτή τήν πίστη θεωρήθηκε δίκαιος ἀπό τό Θεό, πού ἔδωσε τή μαρτυρία τοῦ πάνω στά δῶρα του, καί μ’ αὐτήν, ἄν καί πεθαμένος, μᾶς μιλάει ἀκόμη. Ἐπειδή πίστευε ὁ Ἐνώχ στό Θεό, μεταφέρθηκε στόν οὐρανό καί δέ γνώρισε θάνατο· δέν τόν ἔβρισκε κανείς στόν κόσμο, γιατί τόν μετέθεσε ὁ Θεός. Ἡ Γραφή μαρτυρεῖ ὅτι πρίν ἀπό τή μετάστασή του ὁ Ἐνώχ εἶχε εὐαρεστήσει στό Θεό. Χωρίς ὅμως πίστη εἶναι ἀδύνατο νά εὐαρεστήσει κανείς στό Θεό, γιατί αὐτός πού πλησιάζει τό Θεό πρέπει νά πιστεύει ὅτι ὑπάρχει Θεός καί ὅτι ἀνταμείβει ὅσους τόν ἀποζητοῦν. Χάρη στήν πίστη τοῦ ὁ Νῶε, μολονότι δέν ἔβλεπε ἀκόμη τά πράγματα γιά τά ὁποία τόν προειδοποίησε ὁ Θεός, ὑπάκουσε σ’ αὐτόν κι ἔκανε τήν κιβωτό, γιά νά σώσει τήν οἰκογένειά του. Ἔτσι κληρονόμησε ἀπό τό Θεό τή δικαιοσύνη πού προέρχεται ἀπό τήν πίστη, καί μέ τήν πίστη ἀπέδειξε πόσο ἄξιος καταδίκης ἦταν ὁ κόσμος.

Μέ τήν πίστη ὁ Ἀβραάμ ὑπάκουσε στό Θεό, πού τόν καλοῦσε νά φύγει γιά τή γῆ πού θά κληρονομοῦσε, κι ἔφυγε χωρίς νά ξέρει ποῦ πηγαίνει. Μέ πίστη ἐγκαταστάθηκε στή γῆ πού τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ξένος σέ ἄγνωστη χώρα, ζώντας σέ σκηνές μέ τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ, πού κι αὐτοί ἦταν κληρονόμοι τῆς ἴδιας ὑπόσχεσης. Κι αὐτό, γιατί περίμενε τήν πόλη πού θά εἶχε στέρεα θεμέλια καί πού ἀρχιτέκτονας καί δημιουργός της θά ἦταν ὁ Θεός. Μέ τήν πίστη τοῦ Ἀβραάμ ἀπέκτησε ἀκόμα καί ἡ Σάρρα τήν ἱκανότητα νά δεχτεῖ τό σπέρμα καί νά γεννήσει παρά τή μεγάλη ἡλικία της, ἐπειδή ὁ Ἀβραάμ θεώρησε ἀξιόπιστο τό Θεό, πού τοῦ τό ὑποσχέθηκε. Ἔτσι, ἀπό ἕναν ἄνθρωπο πού μάλιστα δέν μποροῦσε πιά νά τεκνοποιήσει ἦρθαν στή ζωή ἀπόγονοι ἀμέτρητοι ὅπως τά ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, κι ἀναρίθμητοι ὅπως ἡ ἄμμος στήν ἀκροθαλασσιά. Ὅλοι αὐτοί πέθαναν μ’ ἐμπιστοσύνη στό Θεό, χωρίς νά ἔχουν μπεῖ στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας ἁπλῶς τήν εἶδαν ἀπό μακριά, τή χαιρέτησαν καί διακήρυξαν ὅτι εἶναι ξένοι καί περαστικοί πάνω στή γῆ. Ἀσφαλώς, ὅσοι ἐκφράζονται ἔτσι δείχνουν πώς ἐπιζητοῦν μία μόνιμη πατρίδα. Γιατί, ἄν εἶχαν τό νοῦ τούς πίσω, στή χώρα ἀπ’ ὅπου εἶχαν φύγει, θά εἶχαν τόν καιρό νά ξαναγυρίσουν. 16Ενώ τώρα λαχταροῦν μία καλύτερη πατρίδα, δηλαδή ἐπουράνια. Γι’ αὐτό καί δέν ντρέπεται ὁ Θεός νά λέγεται Θεός τούς γιατί τούς ἑτοίμασε μία μόνιμη πολιτεία. Μέ τήν πίστη πρόσφερε ὁ Ἀβραάμ τόν Ἰσαάκ, ὅταν δοκιμάστηκε ἀπό τό Θεό. Αὐτός πού πῆρε τίς ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ πρόσφερε τό μονάκριβο γιό του, μολονότι τοῦ εἶχε εἰπωθεῖ: Ἀπό τόν Ἰσαάκ θά προέλθουν οἱ ἀπόγονοί σου. Ὁ Ἀβραάμ σκέφτηκε πώς ὁ Θεός μποροῦσε καί τούς νεκρούς νά ζωντανέψει· μποροῦμε, λοιπόν, νά ποῦμε πώς στήν οὐσία ὁ Ἀβραάμ τόν πῆρε πίσω ἀπό τούς νεκρούς. Μέ τήν πίστη ὁ Ἰσαάκ ἔδωσε στόν Ἰακώβ καί στόν Ἠσαύ τίς εὐλογίες του, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στίς ὑποσχέσεις πού θά ἐκπληρώνονταν. Μέ τήν πίστη ὁ Ἰακώβ, ὅταν πέθαινε, εὐλόγησε καί τούς δύο γιούς τοῦ Ἰωσήφ καί προσκύνησε τό Θεό ἀκουμπώντας στήν ἄκρη τοῦ μπαστουνιοῦ του. Ἐπειδή πίστευε ὁ Ἰωσήφ, ὅταν πέθαινε, μίλησε γιά τήν ἔξοδο τῶν Ἰσραηλιτῶν κι ἔδωσε ἐντολές γιά τά ὀστᾶ του. Μέ τήν πίστη οἱ γονεῖς τοῦ Μωυσῆ τόν ἔκρυβαν γιά τρεῖς μῆνες μετά τή γέννησή του· εἶδαν ὅτι τό βρέφος ἦταν πολύ χαριτωμένο, καί δέ φοβήθηκαν τή διαταγή τοῦ βασιλιᾶ. Μέ τήν πίστη ὁ Μωυσῆς, ὅταν πιά μεγάλωσε, ἀρνήθηκε νά ὀνομάζεται γιός τῆς κόρης τοῦ Φαραώ· προτίμησε νά ὑποφέρει μαζί μέ τό λαό τοῦ Θεοῦ, παρά ν’ ἀπολαμβάνει τήν πρόσκαιρη ἁμαρτωλή ζωή. Θεώρησε μεγαλύτερο πλοῦτο ἀπό τούς θησαυρούς τῆς Αἰγύπτου τόν ἐξευτελισμό, σάν ἐκεῖνον πού ὑπέφερε ὁ Χριστός, γιατί ἀπέβλεπε στήν ἀνταπόδοση. Μέ τήν πίστη ἐγκατέλειψε τήν Αἴγυπτο, χωρίς νά φοβηθεῖ τήν ὀργή τοῦ βασιλιᾶ, γιατί παρέμενε σταθερός στήν πίστη του στόν ἀόρατο Θεό σάν νά τόν ἔβλεπε. Μέ τήν πίστη γιόρτασε τό Πάσχα καί ράντισε μέ αἷμα, γιά νά μή θίξει ὁ ἐξολοθρευτής ἄγγελος τά πρωτότοκα παιδιά τῶν Ἑβραίων. Με τήν πίστη πέρασαν τήν Ἐρυθρά θάλασσα σάν νά ἦταν στεριά, ἐνῶ οἱ Αἰγύπτιοι, ὅταν προσπάθησαν, καταποντίστηκαν. Μέ τήν πίστη ἔπεσαν τά τείχη τῆς Ἱεριχῶ ἀφοῦ γιά ἑπτά μέρες οἱ Ἰσραηλίτες βάδιζαν τριγύρω τους. Μέ τήν πίστη ἡ πόρνη Ραάβ δέ χάθηκε μαζί μέ τούς ἀπίστους, ἐπειδή εἶχε δεχτεῖ φιλικά τους κατασκόπους. Χρειάζεται νά συνεχίσω; Δέ θά μέ πάρει ὁ χρόνος νά διηγηθῶ γιά τό Γεδεῶν, τό Βαράκ, τό Σαμψῶν, τόν Ἰεφθάε, τό Δαβίδ, τό Σαμουήλ καί τούς προφῆτες. Μέ τήν πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, ἐπέβαλαν τό δίκαιο, πέτυχαν τήν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβησαν τή δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τή σφαγή, ἔγιναν ἀπό ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στόν πόλεμο, ἔτρεψαν σέ φυγή ἐχθρικά στρατεύματα, γυναίκες ξαναπῆραν πίσω στή ζωή τούς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὡς τό θάνατο, χωρίς νά δεχτοῦν τήν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν ν’ ἀναστηθοῦν σέ μία καλύτερη ζωή. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμούς καί μαστιγώσεις, ἀκόμη καί δεσμά καί φυλακίσεις, λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μέ μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μέ προβιές καί κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σέ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καί κακουχίες — ὁ κόσμος δέν ἦταν ἄξιος νά ’χει τέτοιους ἀνθρώπους — πλανήθηκαν σέ ἐρημιές καί βουνά, σέ σπηλιές καί σέ τρύπες τῆς γής. Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρά τήν καλή μαρτυρία τῆς πίστης τους, δέν πῆραν ὅ,τι τούς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μας, ἔτσι ὥστε νά μή φτάσουν ἐκεῖνοι στήν τελειότητα χωρίς ἐμᾶς».

[2] «Ἐάν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι. ῾Η ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται. ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην.  νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη» (Α΄ Πρός Κορινθίους ιγ΄)

Δηλαδή: «ν μπορ νά λαλ λες τίς γλσσες τν νθρώπων, κόμα καί τν γγέλων, λλά δέν χω γάπη γιά τούς λλους, ο λόγοι μου κούγονται σάν χος χάλκινης καμπάνας σάν κυμβάλου λαλαγμο. Κι ν χω τς προφητείας τό χάρισμα κι λα κατέχω τά μυστήρια κι λη τή γνώση, κι ν χω κόμα λη τήν πίστη τσι πού νά μετακιν βουνά, λλά δέν χω γάπη, εμαι να τίποτα. Κι ν κόμα μοιράσω στούς φτωχούς λα μου τά πάρχοντα. Κι ν παραδώσω στή φωτιά τό σμα μου γιά νά καε, λλά δέν χω γάπη, σέ τίποτα δέ μ’ φελε. Ἐκεῖνος πού γαπάει χει μακροθυμία, χει καί καλοσύνη· κενος πού γαπάει δέ ζηλοφθονε· κενος πού γαπάει δέν κομπάζει οτε περηφανεύεται, εἶναι επρεπής, δέν εναι γωιστής οτε εερέθιστος ξεχνάει τό κακό πού το χουν κάνει, δε χαίρεται γιά τό στραβό πού γίνεται, λλά μετέχει στή χαρά γιά τό σωστό. Ἐκεῖνος πού γαπάει, λα τά νέχεται· σέ λα μπιστεύεται, γιά λα λπίζει, λα τά πομένει. Ποτέ γάπη δέ θά πάψει νά πάρχει. Τά θεία μηνύματα τν προφητν κάποτε δέ θά πάρχουν πιά· γλωσσολαλία θά πάψει· θά σταματήσει γνώση τν μυστηρίων το Θεο. Γιατί καί γνώση μας καί προφητεία μς περιορίζονται μονάχα σ’ να μέρος τς λήθειας. Ὅταν μως τό τέλειο πού περιμένουμε θά ρθε, τότε τό μερικό θά πάψει νά πάρχει. Μικρό παιδί ταν μουν, σάν μικρό παιδί μιλοσα, ασθανόμουν καί σκεφτόμουν. ντρας πιά ταν γινα, κατήργησα τούς τρόπους το μικρο παιδιο. Ἀλήθεια τώρα βλέπουμε τά πράγματα θαμπά, σάν μέσα πό μεταλλικό καθρέφτη· τότε μως πρόσωπο μέ πρόσωπο θά δομε τό Θεό. Τώρα γνωρίζω μόνο να μέρος, τότε μως θά γνωρίσω μέ πληρότητα, πως καί Θεός μ’ χει γνωρίσει. Θά μείνουν τελικά γιά πάντα ατά τά τρία: πίστη, λπίδα κι γάπη. Καί π’ ατά, τό πιό σπουδαο εναι γάπη».

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images