Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024

Ἡ «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ» χρόνου

Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ

Δ α ν ι ή λ

Ἡ 1η Ἰανουαρίου  ἐκκλησιαστικῶς ἔχει ἕνα διπλὸ ἑορτολογικὸ περιεχόμενο. Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν Περιτομὴ τοῦ Κυρίου καὶ τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ μεγάλου Ἀρχιεπισκόπου Καισαιρείας τῆς Καππαδοκίας τοῦ Πόντου

Ἡ Περιτομή τῶν ἀρρένων τέκνων τῶν Ἰουδαίων σύμφωνα μέ τίς θρησκευτικές διατάξεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἔχουμε καὶ τὴν ὀνοματοδοσία τοῦ Χριστοῦ, ἐτελεῖτο κατὰ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς γεννήσεως, καί τότε ἐδίδετο τό ὄνομα στό νεογέννητο. Πέραν αὐτῶν στήν περίπτωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὴ Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός Λόγος, ποὺ «μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην» προσλαμβάνει, ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει καὶ τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, καταδέχεται καὶ «τὴν σαρκικὴν περιτομὴν» γιὰ νὰ παύσει τὰ «σκιώδη» καὶ νά ἀφαιρέσει τὸ «κάλυμμα» τῶν παθῶν μας. Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου πάλιν γίνεται γιὰ νὰ προβληθεῖ ὁ μεγάλος Ἱεράρχης, ποὺ μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, τὰ σοφὰ συγγράμματά του καὶ τὴ δραστηριότητά του ἀνάμεσα στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀναδείχθηκε Πατέρας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἐκλεκτοὺς τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ σημερινὴ ἡμέρα θυμίζει τὴν κοίμησή του.

Μὲ τὰ δύο αὐτὰ γεγονότα ἐκκλησιαστικῶς καλύπτεται ἡ σημερινὴ ἡμέρα. Καὶ βέβαια ἔτσι, ἐπισήμως τοὐλάχιστον, φαίνεται πὼς «ἡ Ἐκκλησία ἀγνοεῖ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χρόνου, τὶς πανηγύρεις καὶ τὶς ἐκδηλώσεις ποὺ τὴ συνοδεύουν, καὶ σὰν νὰ ζεῖ σ᾽ ἕναν ἄλλο δικό της κόσμο, ποὺ δὲν επηρεάζεται ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση τῶν φθαρτῶν καὶ ρεόντων χρονικῶν συστημάτων τοῦ προσκαίρου αὐτοῦ κόσμου. Καὶ αὐτὸ δὲ θὰ ἦταν ἀσύμφωνο πρὸς τὸν ὑπερκόσμιο χαρακτήρα τῆς λατρείας μας. Γιὰ τὸν ἄναρχο, αἰώνιο καὶ ἀτελεύτητο Θεὸ ἡμέρες, μῆνες καὶ ἔτη δὲν ὑπάρχουν. Χίλια ἔτη γιὰ τὸ Θεό εἶναι σὰν τὴ χθεσινὴ ἡμέρα ποὺ πέρασε καὶ σὰν ἕνα τρίωρο νυκτερινῆς φρουρᾶς, κατὰ τὸν ψαλμωδὸ (Ψαλμοῦ ΠΘ-΄ 4). Ἤ ὅπως συμπληρώνει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «μία ἡμέρα παρὰ Κυρίου ὡς χίλια ἔτη καὶ χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία» (Β΄ Πέτρου γ΄, 8)

Καὶ πραγματικά ἡ Ἐκκλησία στὴ διάστασή Της ποὺ εἶναι ὑπερκόσμια καὶ ὑπερχρονικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἐπηρεάζεται καὶ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ τὴ φθαρτότητα τοῦ χρόνου καὶ τοὺς καιροὺς καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ποὺ παρομοιάζονται ἀπὸ τὸν ᾽Απόστολο Ἰάκωβο μὲ «ἀτμίδα», μὲ λεπτὸ ἀτμὸ ποὺ γιὰ λίγο φαίνεται καὶ ἔπειτα ἐξαφανίζεται (᾽Ιακώβου δ', 14).

Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας Θεανθρώπινος ὀργανισμός, (θεῖος καὶ ἀνθρώπινος μαζί, ὅπως Θεάνθρωπος εἶναι καὶ ὁ Ἱδρυτής της «τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος» «ὁμοούσως τῷ Πατρὶ κατὰ τὴν Θεότητα καὶ ὁμοούσιος μέ μᾶς  κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα», εἶναι πολὺ φυσικὸ μέσα στὴν ὅλη πορεία Της νὰ συμπορεύεται τὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο ἀτρέπτως καὶ ἀχωρίστως, ἀλλὰ καὶ ἀσυγχύτως. Καὶ ὅπως ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση μας καὶ τὴν ἐθεράπευσε καὶ τὴν ἐθέωσε, ἔτσι καὶ ἡ ἀόρατη καὶ θεία πλευρὰ τῆς Ἐκκλησίας προσλαμβάνει τὰ σχήματα καὶ τὰ πλαίσια καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ γιὰ νὰ τὰ ἐξαγιάσει καὶ τὰ «ἀνακαινίσει» καὶ τὰ μεταμορφώσει.

Αὐτὸ συνέβη καὶ μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χρόνου. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ λαμβάνει αὐτὴ τὴ συμβατικὴ μέτρηση τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς προσδίδει ἕνα βαθύτερο νόημα. Ὅπως «ὁ Θεὸς γίνεται ἔγχρονος γιὰ νὰ καταστήσει ἐμᾶς τοὺς ἔγχρονους ἀνθρώπους αἰωνίους» (Ἅγιος Εἰρηναῖος), ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία παίρνει καὶ ἀποδέχεται μέσα στὴ ζωή της τὴ φθαρτότητα καὶ συμβατικότητα τοῦ χρόνου γιὰ νὰ τὴν καταστήσει παρούσα στιγμὴ τῆς αἰωνιότητας.

Ὅποιος ἀπὸ ἐμᾶς θελήσει νὰ δώσει κάποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο καὶ νὰ καθορίσει τὴν ἔννοια τοῦ χρόνου, θὰ περιέλθει σὲ πολλὰ ἀδιέξοδα. Στὴ λειτουργία τοῦ χρόνου ὑπεισέρχονται τόσοι παράγοντες ποὺ ἀντικειμενικὰ δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε ἀμετάβλητα καὶ καθορισμένα ὅρια. ᾽Αρκεῖ νὰ ὑπενθυμίσει κανεὶς αὐτὸ ποὺ λέμε χρόνο, πώς ἐργάζεται, ὅταν βρισκόμαστε σὲ κάποια ἀγωνία, βαθειά λύπη, μεγάλο πόνο. Ὁ χρόνος τότε μᾶς φαίνεται πολύς, οἱ στιγμὲς καὶ τὰ δευτερόλεπτα τεράστια χρονικὰ διαστήματα, ὁ φυσικὸς χρόνος μέσα μας «διαστέλλεται», μεγαλώνει καὶ μεγαλώνει ἀνάλογα μὲ τὴν ἔνταση καὶ τὸ βάθος τῶν δυσάρεστων συναισθημάτων ποὺ μᾶς διακατέχουν. Ὅταν πάλιν βρισκόμαστε σὲ κάποια μεγάλη χαρὰ καὶ πελάγη εὐτυχίας μᾶς πλημμυρίζουν, ὁ χρόνος μέσα μας ἐκμηδενίζεται. Οἱ ὧρες καὶ οἱ μέρες καὶ μῆνες, περνοῦν γρήγορα καὶ μᾶς φαίνονται ὡς μιὰ στιγμή. Τότε ὁ φυσικὸς χρόνος «συστέλλεται», σμικρύνεται ἀνάλογα μὲ τὴν ἔνταση καὶ τὸ βάθος τῶν εὐχάριστων συναισθημάτων, ποὺ μᾶς διακατέχουν.

Καὶ ἂν στὴ συνέχεια θελήσει κανείς ἔστω καὶ σχηµατικά, να προσεγγίσει τὶς τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου, παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον, θὰ διαπιστώσει τὸ ἀκαθόριστο, τὸ ἄπιαστο, τὸ φευγαλέο τοῦ χρόνου.

Ἄν στρέψει κανεὶς στὰ χρόνια, ποὺ πέρασαν πίσω του καὶ ἀποτελοῦν τὸ προσωπικό του παρελθόν, ἀνεξαρτήτως τῶν χρόνων ποὺ τὸν βαραίνουν, ἀδυνατεῖ νὰ τὸ τακτοποιήσει μέσα του καὶ νὰ τὸ ὁρίσει ἀντικειμενικά. Τὰ χρόνια πάλιν ποὺ ἔρχονται καὶ ἀποτελοῦν τὸ μέλλον μας, ἐπειδὴ τοῦτο μᾶς εἶναι ἄδηλο καὶ δὲν βρίσκεται στὴ διάθεσή μας, δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε καὶ τὴν ποσότητα τῶν χρόνων ποὺ μᾶς ἀνήκουν, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο ποὺ θὰ τοὺς περάσουμε. Τέλος καὶ αὐτὸ τὸ παρὸν ποὺ ὑποτίθεται πὼς βρίσκεται στὴ διάθεσή μας, εἶναι μιὰ κατάσταση συμβατική καὶ ἀκαθόριστη. Καὶ αὐτὸ τὸ παρόν μας δὲν ἔχει οὐσιαστικὰ τόπο μέσα στὴν πραγματικότητα. Ἁπλῶς ἀποτελεῖ ἕνα ἐλάχιστο, στιγμιαῖο μεταβατικὸ σημεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο διέρχεται τὸ μέλλον μας γιὰ νὰ γίνει ἀμέσως παρελθόν μας. Ἡ κάθε παροῦσα στιγμὴ τῆς ζωῆς μας, πρὶν ἀπ᾿ ὀλίγο ἦταν τὸ μέλλον μας καὶ ἀμέσως μετὰ γίνεται τὸ παρελθόν μας.

Τὸ πῶς περνᾶ ὁ χρόνος ὁ καθένας μας, μ᾿ ἕνα ἰδιαίτερο δικό του τρόπο τὸ ἀντιμετωπίζει. ᾿Αλλὰ καὶ ἡ προσδοκία καὶ ἡ ἀναμονὴ τοῦ χρόνου ποὺ ἔρχεται ἔχει στὸν καθένα μας μιὰν ἰδιαιτερότητα καὶ ἕναν καθαρὰ προσωπικὸ τρόπο ἀντιμετωπίσεως. ᾿΄Ετσι τὸ ὑποκειμενικὸ στοιχεῖο γίνεται καθοριστικό. ᾿Ιδιαίτερα ἴσως στὰ χρόνια μας. Πολὺ σωστὰ ἔχει σημειωθεῖ: «Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ἦταν τόσο σχετικὸ τὸ αἴσθημα τοῦ χρόνου ὅσο στὴν ἐποχή μας. Ποικίλλει ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, διαφοροποιεῖται μὲ ἰδιαίτερη ἔνταση ἀπὸ τὴν ἐπαρχία στὶς πρωτεύουσες, ἀπὸ τὶς πρωτεύουσες στὶς κοσμοπόλεις... ὁ χρόνος - ἄγχος - εὐκαιρία ποὺ χάνεται, ὁ χρόνος - ἀνεπανάληπτη παρουσία τῆς μιᾶς καὶ δίχως ὑπερβατικὴ προέκταση ζωῆς. Ἀπὸ τὸ προσωπείο αὐτὸ ὁ χρόνος μᾶς μαστίζει, ἐπιβάλλει σὲ σύνολα πολυάνθρωπα μιὰν ἀγωνία εὐτελέστατη: Τὸν οἶστρο τοῦ τυχοδιωκτισμοῦ, τὸ κυνηγητὸ τῆς πρακτικῆς ἐπιτυχίας. Καταργοῦνται σήμερα ὅσο ποτὲ ἄλλοτε οἱ προυποθέσεις γιὰ ἔργα μακρόπνοα, ἀφοσιώσεις ἡρωϊκῆς ὑπομονῆς. ᾽Αντιμετωπίζουμε ἕναν κίνδυνο βαθύ, σὲ τακτὸ μέλλον: τὴν ποιοτικὴ ὑποτίμηση τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς» (Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Διάλογος τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ τὴν ἐποχή μας», Κ. Τσιρόπουλου, σελ. 50).

᾿΄Ετσι σήμερα ὁ χρόνος ἔχει γίνει γιὰ ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων σωστὸς ἐφιάλτης. Δὲν τοὺς φτάνει ὁ χρόνος καὶ ἐνῶ αἰσθάνονται πὼς ἡ ζωή τους μικραίνει καὶ πλησιάζουν στὸ τέλος τόσο περισσότερο ἀγωνιοῦν. Καὶ ἐνῶ ὁ ἕνας χρόνος ἔρχεται, ὁ ἄλλος φεύγει, σὰν τὰ θαλασσινὰ κύματα, κοινή τους διαπίστωση γίνεται ἡ ματαιοπονία, ἡ ἀπελπισία καὶ ἡ ἀπόγνωση τῆς ζωῆς. Πόσοι δὲν ἐγκαταλείπουν τὸ χρόνο ποὺ ἔφυγε μὲ συμφορές, πόνους, ἀπογοητεύσεις καὶ ἔντονη δυσαρέσκεια. ᾿Αλλὰ καὶ πόσοι δὲν ἀντιμετωπίζουν τὸν ἐρχόμενο χρόνο μὲ δισταγμοὐς, ἀμφιταλαντεύσεις, ἄγχος καὶ σφιγμένες τὶς καρδιές τους;

Στὸ χρόνο ποὺ ἔφυγε πολλοὶ διαπιστώνουν τὸ παράλογο, τὸ ἀνούσιο, τὸ τραγικό, τὸ εὐτελές. ᾿Αλλὰ καὶ στὸ χρόνο ποὺ ἔρχεται στέκονται ἐπιφυλακτικοί, γεμάτοι ἀμφισβητήσεις, ἐπιφυλάξεις, χωρὶς ἐλπίδες καὶ καμία αἰσιόδοξη προσμονή. Ἡ ἀγωνία τοῦ θανάτου, ὁ πόλεμος, οἱ συμφορές, οἱ ἀρρώστιες κρέμονται ἀδιάκοπα πάνω στὴ ζωή τους. Χάνεται μπροστά τους κάθε σκοπὸς καὶ αὐτό, γιατὶ δὲν ὑπάρχει μέσα στὴ ζωή τους ἡ βάση, τὸ κέντρο, ὁ ἄξονας, ἡ κατευθυντήρια γραμμή. Κλυδωνίζονται μέσα στὸν ὠκεανὸ τῆς ζωῆς, καταδυναστευμένοι ἀπὸ τὸ χρόνο, χωρὶς στήριγμα καὶ χωρὶς προσανατολισμό.

Γιὰ τὸ πιστὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας τὰ πράγματα δὲν ἔχουν αὐτὴ τὴν τροπή. Χωρὶς νὰ σημαίνει ἀντικειμενικὰ πὼς ὁ χρόνος λειτουργεῖ διαφορετικὰ γιὰ τὸν πιστὸ καὶ χωρὶς νὰ σημαίνει πὼς ὁ πιστὸς δὲν πατάει πάνω στή γῆ καὶ δὲν τὸν ἐγγίζει ἡ σκληρότητα τῆς ζωῆς, αὐτὸς διαθέτει τὴν ἐπικοινωνία μ᾽ Ἐκεῖνον ποὺ «ἐποίησε καὶ τοὺς αἰῶνας» (Πρὸς Ἑβραίους α’, 2). Ὅπως ὁ Θεὸς «ἐποίησε τὰ πάντα», ἔτσι εἶναι καὶ δ δημιουργὸς τοῦ χρόνου. Ὁ Θεὸς ἀφοῦ εἶναι: «ὁ Ὦν καὶ ὁ Ἦν καὶ ὁ Ἐρχόμενος» (᾿Αποκαλύψεως α', 4) κυριαρχεῖ καὶ ἐξουσιάζει καὶ στὸ Παρὸν καὶ στὸ Παρελθὸν καὶ στὸ Μέλλον. Ἑνώπιόν Του τὰ πάντα εἶναι ἕνα συνεχὲς Παρόν. Αὐτὴ εἶναι ἡ Αἰωνιότητά Του. Καὶ ὁ μικρὸς καὶ ἀδύναμος καὶ ἀνίσχυρος ἄνθρωπος, ποὺ γίνεται ἕρμαιο τῶν φθαρτῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς, μὲ τὴν επικοινωνία του μὲ τὸ Θεὸ ἀνακαλύπτει μιὰ νέα διάσταση τῆς ζωῆς. Στηριγμένος πάνω σ᾽ αὑτὴ δίδει μιὰ μεταμόρφωση καὶ σ’ αὐτὸν τὸ φθαρτὸ χρόνο. ᾿΄Ετσι ὁ πιστὸς γνωρίζει πὼς τὸ παρελθόν του εἶναι παραδομένο στὴν Αἰώνια Μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸ μέλλον του καὶ ἡ ἐλπίδα του «εἶναι εἰς Θεὸν» (Α΄ Πέτρου α', 22).

Καὶ ἂν ὑπάρχει κάποιο περιθώριο, ὅπου καλεῖται νὰ διαδραματίσει κι αὐτὸς κάτι καὶ νὰ συνεισφέρει, αὐτὸ βρίσκεται στὸ παρόν. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Πρὸς Κορινθίους Β΄, στ’ 2). Μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει καὶ νὰ συνεργήσει «ἄχρις οὗ τὸ σ ή μ ε ρ ο ν καλεῖται» (Πρὸς Ἑβραίους γ΄, 18). Γιατὶ μόνον αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ περιθώριο τῆς κινήσεώς μας. Τὸ παρελθόν μας ἔφυγε γιὰ πάντα καὶ βρίσκεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Τὸ μέλλον δὲν μᾶς ἀνήκει καὶ μᾶς εἶναι. ἄδηλο. Ὅ,τι μᾶς δίδεται, ἔστω καὶ στιγμιαῖα, εἶναι τὸ παρόν. Καὶ αὑτὸ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ τὸ προσδιορίσουμε καὶ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε. Ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι «τὸ Φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάννου α’, 9), μᾶς ἀνοίγει τὸ δρόμο γιὰ νὰ κερδίσουμε τὸ παρὸν καὶ νὰ τὸ ἐντάξουμε μέσα στὴ δική του αἰωνιότητα. Στὶς τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου παρελθόν, παρόν, μέλλον ἀντιστοιχοῦν οἱ τρεῖς βασικές ἀρετὲς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλπίδα. Ἡ πίστη ἔχει σχέση μὲ τὸ παρελθὸν, μὲ τὶς ρίζες τῆς ζωῆς μας. Ἡ ἐλπίδα ἀναφέρεται στὸ μέλλον, στὶς προσδοκίες καὶ τὰ ἔσχατα τῆς ζωῆς μας. Τὸ παρὸν ἀξιοποιεῖται μὲ τὴν ἀγάπη.

Ὁ ἐρχομὸς τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο μας ὅσο καὶ ἂν εἶναι ἕνα ἀκατάληπτο καὶ ἀνερμήνευτο μυστήριο, μᾶς ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων... ἑαυτὸν ἐκένωσεν μορφὴν δούλου λαθὼν ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιππησίους στ΄, 5-6). Ἡ Θεία ἐνανθρώπησή Του εἶναι μία «κένωση», ἕνα ἄδειασμα. Ἀπὸ τὰ ἀπερινόητα ὕψη τῆς Θεότητάς Του κατέρχεται στὰ ἀπροσμέτρητα βάθη τῆς δικῆς μας μηδαμινότητας. «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α΄ Ἰωάννου δ’, 16). Καὶ αὐτὴ ἡ ἄπειρη ἀγάπη ἐκφράζεται καὶ φανερώνεται σὲ μᾶς μὲ τὴν «κένωσιν» τῆς θείας ἔνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. ᾿Αλλὰ καὶ ὅταν περνάει ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία μας καὶ ὡς τέλειος ἄνθρωπος ὑπόκειται σ᾽ ὅλες τὶς ἐναλλαγὲς τοῦ χρόνου, διέρχεται τὴν ἐπίγεια ζωὴ «εὐεργετῶν» (Πράξεων ι',  88). Τὸ παρὸν τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς του εἶναι καλυμ-μένο ἀπὸ τὴ φανέρωση τῆς Θεανθρώπινης ἀγάπης Του.

Καὶ τὸ παρὸν τῆς κάθε δικῆς μας στιγμῆς παίρνει νόημα καὶ «ἐξαγοράζομεν τὸν καιρόν μας» (Πρὸς ᾽Εφεσίους ε’, 16) μόνο διὰ τῆς ἀγάπης, ποὺ εἶναι πραγματικὰ καὶ τὸ «αἰώνιο παρόν». Μέσα στὶς ἐναλλαγἐς τοῦ χρόνου καὶ στὶς ἀναπόφευκτες μεταβολὲς τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων τὸ μόνο ποὺ παραμένει ἀμετακίνητο καὶ ἀναλλοίωτο εἶναι ἡ ἀγάπη, γιατὶ «ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Πρὸς Κορινθίους ιγ', 8), ὅπως μᾶς λέγει καὶ ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος. Εἶναι τὸ μόνο μέσο γιὰ νὰ διατηρηθοῦμε σῶοι στὴ γενικὴ καταστροφή, στὴν ὁποία ὁ χρόνος ἀναπόφευκτα μᾶς ὁδηγεῖ καθώς πορευόμαστε στό τέλος τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς, ποὺ κάποτε ἔρχεται καὶ θὰ ἔλθει γιὰ ὅλους μας. Ἡ ἀγάπη τό παρὸν τὸ μεταβάλλει σὲ αἰώνιο, ἀλλὰ καὶ μᾶς ἀνοίγει τὸ δρόμο γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Ἡ ἄσκησή της στοὺς πιὸ «ἐλάχιστους» ἀδελφοὺς τοῦ Χριστοῦ μᾶς καθιστᾷ κληρονόμους «τῆς ἡτοιμασμένης βασιλείας τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθαίου κε’, 84).

Ὅταν ἀναφέρεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία προσλαμβάνει καὶ ἀποδέχεται τὸ χρόνο, γιὰ νὰ τὸν μεταμορφώσει καὶ νὰ τὸν ἐντάξει στὴν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἀγάπη. Ὅπως ὁ Θεὸς Λόγος γίνεται ἀπὸ ἀγάπη ἄνθρωπος γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπον, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος μόνο διὰ τῆς ἀγάπης, ποὺ εἶναι ὁ «σύνδεσμος τῆς τελειότητος» (Πρὸς Κολοσσαεῖς γ΄ 14), κατορθώνει τὴ θέωση, τὴν ἕνωσή Του μὲ τὸ Θεό, ποὺ εἶναι καὶ ἡ πρόγευση τῆς αἰωνιότητας.

Τερματίζοντας τὶς σκέψεις μου τὶς σχετικές μὲ τὴν ἀξιοποίηση καὶ μεταμόρφωση τοῦ χρόνου, ποὺ καλούμεθα ὅλοι νὰ πάνουμε, ἐπιθυμῶ νὰ ἐκφράσω σ᾽ ὅλους σας τὶς θερμὲς εὐχές μου γιὰ τὸν καινούργιο χρόνο νὰ εἶναι εὐτυχισμένος, εὐλογημένος, εἰρηνικὸς. ᾿Ακόμη εὔχομαι ὁ πολὺς ἢ ὀλίγος χρόνος τῆς ὑπόλοιπης ζωῆς μας νὰ περάσει ὡς ἕνα συνεχὲς παρὸν μέσα στὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν συνανθρώπων μας, ποὺ εἶναι ὅλοι τους παιδιὰ τοῦ Θεοῦ.

 

 

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images