Κυριακή Βαΐων
«Καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης
ἔσται μεθ` ὑμῶν»
Καθισμένος πάνω στὸ ταπεινὸ πουλάρι, ὁ Κύριος τῆς δόξης εἰσέρχεται σήμερα στὴν Ἁγία Πόλη. Οἱ ὄχλοι τόν ὑποδέχονται μὲ «ὡσαννὰ» ὡς βασιλέα, ἀλλὰ ἐκεῖνος γνωρίζει καλά, πὼς ὁ θρόνος ποὺ τοῦ ἑτοιμάζεται καὶ τὸν περιμένει, ὁ θρόνος ὅπου θὰ ἀνέβει σὲ λίγες ἡμέρες, δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸ ἀτιμωτικὸ ἰκρίωμα τοῦ σταυροῦ.
Ὅμως, μὲ αὐτό, ἡ θεία καρδιά του, ποὺ σὰν πυξίδα εἶναι στραμμένη πρὸς τὸν Γολγοθᾶ, δὲν παύει νὰ εἶναι ἱκανοποιημένη. Καὶ εἶναι τόσο ἱκανοποιημένη, ὅσο κανεὶς ἄλλος βασιλιάς δὲν ἦταν ποτὲ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀναρρήσεώς του στὸν θρόνο του. Γιατί ὁ Χριστός ξέρει πὼς ἔρχεται νὰ βασιλέψει ὄχι σὲ σύνορα καὶ χώματα, ἀλλὰ στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ὅτι μονάχα μέσα ἀπὸ τὸ σωτήριο πάθος του, ὅπου τώρα μπαίνει, θὰ ἀναδειχτεῖ σέ ἡγεμόνα μοναδικὸ καὶ αἰώνιο, ποὺ θὰ ἑνώσει κάτω ἀπὸ τὸ σκῆπτρο του ὅλα τὰ ἔθνη καὶ θὰ τὰ ποιμάνει μὲ τὸν δικό του νόμο.
Ὅπως τώρα κάθεται πάνω στὸ ὀνάριο τὸ κατ' ἐξοχὴν ὑπομονετικὸ αὐτὸ ὑποζύγιο, ἔτσι θὰ καθίσει καὶ στὶς ψυχὲς ποὺ θὰ ὑπομείνουν τὸ λόγο του καὶ θὰ δεχτοῦν τὴν κυριαρχία του. Καὶ ὅπως τὰ πόδια τοῦ ζώου αὐτοῦ, τὸ ὁποῖο εἶναι σήμερα ὄχημά του ἀντὶ τῶν Χερουβεὶμ καὶ τῶν Σεραφείμ, πατοῦν πάνω στά στρωμένα ἱμάτια τῶν φίλων του, ἔτσι καὶ ἡ δόξα, οἱ χαρὲς καὶ τὰ θέλγητρα τοῦ κόσμου τούτου θὰ καταπατηθοῦν ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ θὰ ἀγαπήσουν τὸν Κύριο, θὰ γίνουν ἔμψυχοι θρόνοι του, ὑποζύγια τῆς θείας μεγαλοσύνης του.
Μοναδικὸς καὶ ὁλότελα διαφορετικὸς ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς βασιλιάς εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Δὲν στηρίζει τὴν ἐπικρότησή του καὶ τὴν κυριαρχία του στὴν βία καὶ στὸν σίδηρο, ἀλλὰ στὴν πραότητα καὶ τὴν εἰρηνικὴ συμπεριφορά.
Θεὸ εἰρήνης, τὸν προσφωνεῖ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἡσαΐα. Θεὸ εἰρήνης, τὸν ἀποκαλεῖ καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ τὴν γραφίδα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Ἡ εἰρήνη, ἡ πραότητα, ἡ ἐπιείκια, ἡ ἄκρα διακριτικότητα πρὸς τὴν ἐλευθερία τῆς ἀνθρώπινης θελήσεως, εἶναι τὸ πρώτιστο καὶ κύριο χαρακτηριστικό του ὡς μέλλοντος βασιλέως τοῦ κόσμου. Ὡς ἐκείνου ποὺ ἔρχεται νὰ ξαναπάρει αὐτὴ τὴν ἰδιοκτησία του, ποὺ κατεῖχε ὁ παρείσακτος καὶ σφετεριστὴς διάβολος.
Ὁραματιζόμενος τὴν βασιλικὴ εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στὶς ψυχές, ποὺ τήν συμβολίζει ἡ Ἱερουσαλὴμ κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν Βαΐων, ὁ προφήτης ἀπευθύνεται σὲ αὐτὲς ἀπὸ τὰ βάθη τῶν καιρῶν καὶ τοὺς συνιστᾶ: «ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου».
Ἡ Σιών αὐτὴ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ τὸν πιστέψουν καὶ θὰ γίνουν ὑπήκοοί του. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἐμεῖς δηλαδὴ οἱ Χριστιανοί, ποὺ καλούμαστε νὰ δοῦμε στὸν βασιλέα μας τὸ κύριο καὶ πρώτιστό του γνώρισμα, τὴν πραότητα, τὴν εἰρηνικὴ συμπεριφορά.
Μήπως καὶ ὁ Ἴδιος, ὅταν ἦρθε στὸν κόσμο νά διδάξει, δὲν φρόντισε νὰ δείξει καὶ νὰ ἐξάρει τὸ μεγάλο αὐτὸ στόλισμά του καὶ διακριτικὸ τῆς βασιλείας του; Εἶπε: «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ».
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔρχεται νὰ βασιλέψει μ’ αὐτὴ τὴ συμπεριφορά, ποὺ πάλι ὁ Ἡσαΐας μὲ ἐξαίσια γλῶσσα, τὴν προεικονίζει σὲ ἕνα ἄλλο σημεῖο τῶν προφητειῶν του, γράφοντας γιὰ τὸν σωτῆρα: «κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει».
Δὲν θὰ κατέβει σὲ ἔριδες, δὲν θὰ κραυγάσει καὶ δὲν θὰ φωνάξει στὶς πλατεῖες, ὅπως ὅσοι πᾶνε νὰ ἐπιβληθοῦν στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς κυβερνήσουν. Δὲν θὰ πολεμήσει σὰν τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς, οὔτε θὰ δημαγωγήσει. Στὸ διάβα του πρὸς τὸν θρόνο, ποὺ τὸν περιμένει στὸ τέλος καὶ ποὺ δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες καρδιές, θὰ ἔχει πάντα τὸ λόγο ἡ πραότητά του, ἡ λεπτότητά του, ἡ τρυφερή στοργὴ του πρὸς τοὺς ἀδύνατους καὶ ἁμαρτωλούς.
Ἰσχυροί τῆς γῆς ἐπιβάλλονται σκορπώντας τὸν τρόμο, μεταχειριζόμενοι τὴν βία πατώντας πάνω στὰ πτώματα καὶ στὰ ἐρείπια. Ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς δὲν θὰ κάνει τὸ ἴδιο. Αὐτὸς ἦρθε ἀκριβῶς γιὰ ὅσους ἀντιστέκονται καὶ δὲν τὸ ἀξίζουν. Δὲν θὰ βιάσει, δὲν θὰ συντρίψει, δὲν θὰ παραμερίσει περιφρονητικὰ κανέναν. Δὲν θὰ καταστρέψει, ἀλλὰ θὰ προσέξει, θὰ περιποιηθεῖ, θὰ ἀνορθώσει ὡς Σωτῆρας.
Τὸ μισὸ σβησμένο φυτίλι, ποὺ βγάζει μᾶλλον καπνὸ παρά φλόγα, τοὺς φτωχοὺς δηλαδὴ στὴ πίστη, δὲν θὰ τοὺς σβήσει, ἀλλὰ θὰ κοιτάξει πὼς νὰ τοὺς ἀνάψει, καὶ τὸ μισοσπασμένο καλάμι, τοὺς ἁμαρτωλοὺς ποὺ εἶναι γιὰ τὴν δικαιοσύνη του ἄξιοι ἀπορρίψεως καὶ καταπατήματος, θὰ τοὺς ἐπιδέσει τὰ τραύματα, ἀντὶ νὰ τοὺς τσακίσει.
Εἶναι ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης καὶ ὁ βασιλιάς τῆς εἰρήνης.
Καὶ αὐτὸ τὸ γνώρισμά του ἐξαιρεῖ σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ «Κύριος ἐγγύς», φωνάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Κύριος πλησιάζει, ἔρχεται. Εἶναι ὁ βασιλιάς τῆς Ἐκκλησίας, ὁ πρᾶος βασιλιάς, γιὰ τὸν ὁποῖο προειδοποίησε ὁ προφήτης. Κι ὅπως εἶναι ἐκεῖνος -συνεχίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος-ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι καὶ οἱ ὑπήκοοί του. Γι’ αὐτό καὶ συνιστᾶ εὐθὺς κατόπιν: «Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις».
Αὐτὸ προπαντός ἂς μάθει ὅλος ὁ κόσμος ἀπὸ σᾶς, ποὺ καὶ γιὰ τὸν βασιλέα σας εἶναι τὸ κυριότερό του γνώρισμα : τὴν ἁπλότητα, τοὺς πραείς τρόπους, τὴν τρυφερὴ συμπεριφορά σας. Αὐτά εἶναι ἡ μεγάλη σφραγίδα τοῦ Εὐαγγελίου, τό λάβαρο τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, ἡ στολή τῆς μεγαλοσύνης του, τὸ ἰδίωμα ποὺ σᾶς κάλεσε ὁ Ἴδιος νὰ προσέξετε πάνω του καὶ νὰ τὸ ἀντιγράψετε στὸ βίο σας.
Ἔτσι, ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης θὰ εἶναι πραγματικὰ μαζί σας, ἔτσι θὰ ἀνήκετε ἀληθινὰ στὸ στρατόπεδο τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι θὰ εἶστε γνήσιοι πολῖτες τῆς ἐπικρατείας του.
Αὐτὰ εἶναι ἡ μεγάλη δύναμη τοῦ χριστιανισμοῦ, ὁ «θώρακας του ὁ ἀπρόσβλητος» ὅπως πολὺ ὡραία κάπου γράφει, ἕνας ἀρχαῖος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος.
Ἂς γίνει, ἀδελφοί μου, μιὰ μικρὴ Σιών ἡ καρδιὰ τοῦ καθενός μας σήμερα καὶ ἂς ὑποδεχτεῖ τὸν βασιλέα Χριστὸ ποὺ εἶναι βασιλιάς τῆς εἰρήνης, πραότητας καὶ ἐπιείκειας. Καὶ ἂς γίνει ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς ὁ βίος μας ἀντικατόπτρισμα αὐτῶν τῶν θείων καὶ βασιλικῶν ἰδιοτήτων τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ μεγάλου βασιλέως τῆς δόξης.