«ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ»
Δημοσιεύθηκε 07.08.2025
Ὁ Κύριός μας διαχειρίζεται σοφὰ καὶ ὠφέλιμα τὴν οἰκοδομὴ καὶ τὸ ὄφελος τῶν Ἀποστόλων, ὅπως φαίνεται ὅταν τούς εἶπε: «Ἂν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» Ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του, θὰ τὴ χάσει· ἀλλὰ ὅποιος χάσει τὴ ζωή του γιὰ χάρη μου, θὰ τὴ βρεῖ» (Μάρκου η΄, 34-35). Ὡστόσο, οἱ Μαθητὲς δὲν εἶχαν ἀκόμη λάβει τὴ δύναμη ἀπὸ τὸν οὐρανὸ· ἦταν λογικὸ νὰ νιώθουν κάποιες ἀνθρώπινες ἀδυναμίες κατανόησης.
Γιὰ νὰ τοὺς ἐμπνεύσει τὴν ἐπιθυμία γιὰ τὴν ἀνδρεία ποὺ ἀπαιτεῖ ἡ μελλοντική τους δόξα, εἶπε: «Ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ στέκονται ἐδῶ, ποὺ δὲν θὰ γευτοῦν τὸν θάνατο, μέχρι νὰ δοῦν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκου θ΄, 1).
Βασιλεία ἐννοεῖ τὸ ὅραμα τῆς δόξας Του, κατὰ τὸ ὁποῖο καὶ ὁ Ἴδιος θὰ φανερωθεῖ, ὅταν λάμψει στὴ γῆ μὲ τὴν ἔνδοξη παρουσία τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Πῶς ἔκανε θεατὲς αὐτοῦ τοῦ θαύματος ὅσους ἔλαβαν τὴν ὑπόσχεση;
Ἀνέβηκε στὸ ὄρος, παίρνοντας μαζί του τρεῖς ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτοὺς μαθητές. Ἐκεῖ μεταμορφώθηκε, ἀποκτώντας μιὰ θεϊκὴ καὶ λαμπρὴ μορφή, τόσο ὥστε ἀκόμη καὶ τὰ ροῦχα του φάνηκαν νὰ λάμπουν ἀπὸ φῶς. Κατόπιν, παρουσιάστηκαν δίπλα του ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, πού συνομιλοῦσαν μαζί του.
Ὁ νόμος μέσῳ τοῦ Μωυσῆ καὶ ὁ λόγος τῶν Προφητῶν προανήγγειλαν τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ — ὁ Μωυσῆς μὲ σύμβολα καὶ σκιάσεις, σὰν νὰ τὸ ζωγράφιζε πάνω σὲ πίνακα, οἱ προφῆτες τὸ διακήρυξαν μὲ διάφορους τρόπους. Ὅτι δηλαδὴ θὰ ἐμφανιζόταν κάποτε μὲ ἀνθρώπινη μορφή, καὶ ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων θὰ ὑπέφερε θάνατο πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ.
Ἡ παρουσία τοῦ Μωυσῆ καὶ τοῦ Ἠλία, καὶ τὸ ὅτι συνομιλοῦσαν μεταξύ τους, δείχνει καθαρὰ μιὰ θεϊκὴ οἰκονομία: ὅτι ὁ Χριστὸς συνοδευόταν καὶ ἐπικυρωνόταν ἀπὸ τὸν νόμο καὶ τοὺς προφῆτες, παρουσιάζοντάς τον ὡς Κύριο καὶ τῶν δύο.
Δὲν ὑπάρχει διαφωνία ἀνάμεσα σὲ αὐτὰ ποὺ εἰπώθηκαν μέσῳ τοῦ νόμου καὶ σὲ ἐκεῖνα τῶν προφητῶν· Συνομιλοῦν μεταξύ τους ὁ Μωυσῆς, ὁ μέγιστος τῶν ἱερέων, καὶ ὁ Ἠλίας, ὁ σπουδαιότερος τῶν προφητῶν. Ἐπειδὴ τὰ πλήθη ἔλεγαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Ἠλίας, ἢ ὁ Ἰερεμίας ἢ κάποιος ἀπὸ τοὺς προφῆτες, τοὺς φέρνει μπροστά του γιὰ νὰ δείξουν τὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸν «δοῦλο» καὶ τὸν Κύριο.
Ἐπειδὴ συχνὰ τὸν κατηγοροῦσαν γιὰ παραβίαση τοῦ νόμου καὶ τὸν θεωροῦσαν βλάσφημο ἐπειδὴ ἰσχυριζόταν ὅτι ἔχει θεϊκὴ δόξα, φέρνει ἐνώπιόν τους αὐτοὺς ποὺ ἔδωσαν τὸν νόμο καὶ τοὺς προφῆτες, γιὰ νὰ δείξει πὼς τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶναι ἀληθές. Γιατί ἂν ὁ Μωυσῆς, ποὺ ἔδωσε τὸν νόμο, ἔβλεπε ὅτι αὐτὸς παραβαίνει τὸν νόμο καὶ εἶναι ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ τὸν τιμοῦσε μὲ τὴν παρουσία του. Οὔτε ὁ Ἠλίας, ποὺ ἦταν ζηλωτὴς γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, θὰ τὸν πλησίαζε ἂν δὲν ἦταν πράγματι αὐτὸ ποὺ ἰσχυριζόταν: Θεὸς ἴσος μὲ τὸν Πατέρα.
Ἀκόμη γιὰ νὰ δείξει πὼς ἔχει ἐξουσία πάνω στὴ ζωὴ καὶ τὸν θάνατο, καθὼς φέρνει κοντὰ τοῦ ἕναν ζωντανὸ (Ἠλία) καὶ ἕναν ποὺ εἶχε πεθάνει (Μωυσῆ).
Οἱ μακάριοι μαθητὲς ἀποκοιμήθηκαν γιὰ λίγο, ἐνῷ ὁ Χριστὸς προσευχόταν. Ἦταν μιὰ ἀνθρώπινη ἀδυναμία στὸ πλαίσιο τῆς θείας οἰκονομίας. Ξυπνῶντας, ἔγιναν μάρτυρες αὐτῆς τῆς σεβαστῆς καὶ θαυμαστὴς ἀλλαγῆς. Ὁ Πέτρος, ἴσως νομίζοντας ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἐνθουσιάζεται καὶ προτείνει νὰ φτιάξουν τρεῖς σκηνὲς· Δὲν ἦταν ὅμως ἀκόμη ὁ καιρὸς γιὰ τὴν τελείωση τοῦ κόσμου, οὔτε γιὰ τοὺς ἁγίους νὰ πάρουν τὴ μερίδα τῆς ἐπαγγελίας.
Δίπλα στὸ θαυμαστὸ γεγονός παρουσιάστηκε καὶ ἕνα ἄλλο θαυμαστὸ σημεῖο: νεφέλη θεϊκή, φωτεινή, σκέπασε τοὺς Μαθητές. Ἀπὸ τὴ νεφέλη ἀκούστηκε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, τοῦ Θεοῦ Πατέρα, ποὺ ἔλεγε: «Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγαπημένος μου Υἱὸς· σὲ αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε!» Ἐννοώντας ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ νομοθέτης καὶ τῶν δύο· ὄχι ὑπηρέτης, ἀλλὰ Υἱὸς· ὄχι δοῦλος, ἀλλὰ Κύριος· ὄχι προφήτης, ἀλλὰ Θεὸς Λόγος, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει πάντοτε μὲ ἐμένα καὶ ἀπὸ ἐμένα γεννήθηκε.
Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔγινε μπροστὰ στοὺς Μαθητές Του, δὲν ἔγινε χωρὶς σκοπό, ἀλλὰ εἶχε παιδαγωγικὸ καὶ σωτήριο χαρακτῆρα. Ἦταν ἡ πρόγευση τῆς δόξας ποὺ τοὺς περίμενε, ἡ βεβαίωση ὅτι τὰ πάθη τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι ντροπὴ, ἀλλὰ εἶναι σχέδιο Θεοῦ, καὶ τέλος, ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁπλῶς κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός, ἰσότιμος μὲ τὸν Πατέρα, ὁ ὁποῖος ἀξίζει νὰ λατρεύεται καὶ νὰ ἀκολουθεῖται μὲ ὅλη τὴν καρδιά.