«Πάντα πρὸς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε»
Δημοσιεύθηκε 04 Σεπτεμβρίου 2025
Μὲ αἰσιοδοξία καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ ἀρχίζει τὸ νέο Ἐκκλησιαστικό Ἐτος (1 Σεπτεμβρίου) γιά τό ὁποῖο εὐχόμαστε νά εἶναι ἔτος πνευματικῆς προόδου.
᾿Απὸ αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἄς ἀποφασίσουμε, ὅτι θὰ δεχόμαστε ὅ,τι κι ἂν μᾶς στείλει ὁ Πανάγαθος Θεός, μὲ ὅποια δοκιμασία θέλει νὰ μᾶς δοκιμάσει, λέγοντάς «Γεννηθήτω τὸ θέλημά σου...». Μιὰ ἄς εἶναι ἡ ἐπιθυμία μας, νὰ ζήσουμε στὴ χάρη Του καὶ νὰ ἐκτελοῦμε τὰ πάντα κατὰ τοὺς νόμους, κατὰ τὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ἀπὸ αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἄς ἀφιερώνουμε στὸν Θεὸ ὅλες τὶς πράξεις μας σύμφωνα μὲ τὴ συμβουλή τοῦ ἁγίου Παύλου «εἴτε ἐσθίετε, εἴτε πίνετε, εἴτε ἄλλο τι καλὸ ποιεῖτε πάντα πρὸς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε» (Πρὸς Κορινθίους Α΄, ι΄, 31). Ἡ πρόθεσή μας ἄς εἶναι ὅλες οἱ πράξεις μας νὰ ἔχουν τελικὸ σκοπὸ τὸν Θεό, γιατὶ ὅπως λέγει ἡ Γραφή «ἐν αὐτῷ κινούμεθα καὶ ἐσμέν» (Πράξεων ιζ΄, 28). Ἡ καλή αὐτὴ πρόθεσή μας ἄς περιβάλλει κάθε πράξη μας κι ἀπὸ τιποτένια καὶ μηδαμινή, ἢ ἀδιάφορη ἄς τὴν κάνει ἐπαινετὴ καὶ βραβεύσιμη, ἄξια νὰ γραφεῖ στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ νὰ ἀποτελέσει διαμάντι στὸ στέφανο δόξης ποὺ μᾶς περιμένει.
Μὲ αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ὁ ἐκκλησιαστικός χρόνος θὰ εἶναι εὐλογημένος, γεμᾶτος ἀπό τήν χάρη καί τούς πλούσιες δωρεές Του.
Ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μία προνομιοῦχος ἐποχή. Εἶναι ὁ χρόνος τοῦ Πνεύματος (Ἰωάννου ιστ΄, 5-15·Πρός Ρωμαίους η΄, 15 καί ἑξῆς), ὁ χρόνος ὅπου τό Εὐαγγέλιο ἀναγγέλλεται σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά μπορέσουν ὅλοι νά ἐπωφεληθοῦν ἀπό τή σωτηρία. Ἡ μεταστροφή στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ γιά κάθε ἄνθρωπο μία ἀλλαγή ἐποχῆς: εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπό τόν «παρόντα κόσμο» στό «μέλλοντα κόσμο». Ἡ σπουδαιότητα τοῦ χρόνου τῆς Ἐκκλησίας προέρχεται ἀπό τό γεγονός ὅτι καθιστᾶ δυνατό αὐτό τό πέρασμα. Εἶναι ὁ «δεκτός» καιρός «ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας», πού τίθεται στό ἑξῆς στή διάθεση ὅλων (Β΄ Πρός Κορινθίους στ΄, 1 καί ἑξῆς). Εἶναι τό «σήμερα» τοῦ Θεοῦ, στή διάρκεια τοῦ ὁποίου κάθε ἄνθρωπος προσκαλεῖται στή μεταστροφή κι ἔχει τεράστια σημασία νά ἀκούσει κανείς μέ προσοχή τή θεία φωνή (Πρός Ἑβραίους γ΄, 7-δ΄,11).
Στήν Παλαιά Διαθήκη, τό σχέδιο τῆς σωτηρίας ἐκτυλισσόταν σύμφωνα μέ τίς μυστηριώδεις βουλές τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας ὑπακούει κι αὐτός σέ ὁρισμένο σχέδιο, διακρίνοντας ἔτσι τήν οἰκονομία Του. Θά ὑπάρξουν στήν ἀρχή «καιροί ἐθνῶν» πού θά περιλαμβάνουν δύο ὄψεις: ἀπό τή μία, ἡ «Ἱερουσαλήμ [σύμβολο τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ] ἔσται πατουμένη ὑπό ἐθνῶν» (Λουκᾶ κα΄, 24), ἀπό τήν ἄλλη, αὐτά τά ἴδια «ἔθνη» θά μεταστραφοῦν προοδευτικά στό Εὐαγγέλιο (Πρός Ρωμαίους ια΄, 25). Ἔπειτα θά ἔρθει ὁ καιρός τοῦ Ἰσραήλ: τότε μέ τή σειρά του «πᾶς Ἰσραήλ σωθήσεται» (Πρός Ρωμαίους ια΄, 26), καί «ἔσται τό τέλος». Αὐτό εἶναι, σ' ὅλη του τήν ἀνέλιξη, τό µυστήριο τοῦ χρόνου πού καλύπτει ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Ὁ Ἰησοῦς, πού τόν ἐξουσιάζει, εἶναι ὁ μόνος ἱκανός ν’ ἀνοίξει τό βιβλίο μέ τίς ἑπτά σφραγίδες, στό ὁποῖο εἶναι γραμμένα τά πεπρωμένα τοῦ κόσμου (Ἀποκαλύψως ε΄).
Ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ἱερός, καί μόνο ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀνήκει στό «μέλλοντα κόσμο». Γιά νά εἶναι ἀποτελεσματική ἡ ἱεροποίηση τοῦ χρόνου ἀπό τούς ἀνθρώπους πρέπει νά φανερώνεται μέ ὁρατά σημεῖα: τίς ἅγιες μέρες καί τίς θρησκευτικές γιορτές, πού ἡ ἐτήσια ἐπανάληψή τους συμβαδίζει μέ τούς ρυθμούς τοῦ κοσμικοῦ χρόνου. Ἀπό τόν καιρό τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἰησοῦ στή γῆ τά γεγονότα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δέν ἔχουν πιά παρά μόνο τυπική ἀξία, ἀφοῦ τό γεγονός τῆς σωτηρίας εἰσχώρησε στόν ἱστορικό χρόνο. Αὐτό τό μοναδικό γεγονός ἡ Ἐκκλησία τό καθιστᾶ τώρα ἐπίκαιρο μέσα στούς κόλπους τοῦ λειτουργικοῦ της ἡμερολογίου, προκειμένου νά ἁγιάσει τόν ἀνθρώπινο χρόνο. Κάθε Κυριακή, Ἡμέρα τοῦ Κυρίου (Ἀποκαλύψεως α΄, 10· Πράξεων κ, 7· Α΄ Πρός Κορινθίους ιστ΄, 2), ἀποβαίνει, στό πλαίσιο τῆς ἑβδομάδας, ἕνας ἑορτασμός τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ ἑορτασμός παίρνει πιό ἐπίσημο χαρακτήρα, ὅταν κάθε χρόνο ἐπανέρχεται ἡ ἡμέρα τοῦ Πάσχα, ἡ κατ’ ἐξοχήν γιορτή (Α΄ Πρός Κορινθίους ε΄, 8), ἐπέτειος τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου (Α΄ Πρός Κορινθίους ε΄, 7). Στήν Καινή Διαθήκη βρίσκουμε τά πρῶτα στοιχεῖα τῶν χριστιανικῶν λειτουργικῶν κύκλων, πού θά ἀναπτυχθοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅλη ἡ ἀνθρώπινη ζωή θά συσχετιστεῖ ἔτσι μέ τό μυστήριο τῆς σωτηρίας πού συνέβη στή διάρκεια τῆς ἱστορίας καί πού ἀποτελεῖ τόν πραγματικό παραδειγματικό χρόνο, πού ἀντικατέστησε ἐπιτέλους τόν «ἀρχέγονο χρόνο» τῶν μυθολογιῶν τῆς εἰδωλολατρίας.